Ένα μικρό αφιέρωμα στη “μαύρη λογοτεχνία”
(της Γεωργίας Κανελλοπούλου)
Στο Μνημείο κατά της Σκλαβιάς στη γαλλική πόλη Νάντη, ένα λιμάνι – πύλη για το ταξίδι των μαύρων σκλάβων στην Αμερική, μεταξύ πολλών κειμένων υπάρχει και ένα της Τόνι Μόρισον, από το μυθιστόρημά της Αγαπημένη , αλλά και στίχοι από ποιήματα, κυρίως αγνώστων μαύρων ποιητών. Η λογοτεχνία κρατάει τη μνήμη ζωντανή, εισχωρώντας σε μέρη που η καταγεγραμμένη Ιστορία δεν μπορεί, όχι πάντα γιατί δεν θέλει, αλλά γιατί ο ρόλος της είναι η ανάδειξη σημαντικών γεγονότων, αλληλουχιών, χρονολογιών, αριθμών, αιτιών και αποτελεσμάτων. Δεν έχει Ονόματα η Ιστορία, παρά μόνο στρατηγών και επαναστατών που νόμιζαν πως αλλάζουν τον κόσμο. Στη λογοτεχνία όμως διηγούνται οι άνθρωποι, αυτές οι μονάδες με τα ονοματεπώνυμα. Στη μαύρη λογοτεχνία διηγούνται οι άνθρωποι τι πέρασαν, τι άκουσαν, τι ένιωσαν. Μπαίνουν έτσι στη ζωή μας ζητώντας μας μόνο ένα πράγμα: να μην ξεχάσουμε.
Προσπαθώ να φτιάξω μια μικρή λίστα, όχι από τα καλύτερα, όχι από τα διασημότερα, αλλά από τα «δικά μου», τα πιο αγαπημένα από αυτά που έχω διαβάσει, και συνειδητοποιώ ότι δεν είναι μόνο ο οι ήρωες των βιβλίων που αγάπησα, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις και οι συγγραφείς οι ίδιοι, οι πιο πολλοί έχουν και ζωές μυθιστορηματικές, απίστευτες! Ο Γουίλιαμ Μέλβιν Κέλι, συγγραφέας του μοναδικού βιβλίου Ένας Διαφορετικός Τυμπανιστής, μετά τη δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έφυγε με τη γυναίκα και τα παιδιά τους από τις ΗΠΑ, περιπλανήθηκαν κάπως από Γαλλία μέχρι Αφρική, κατέληξαν στην Τζαμάικα, ασπάστηκε τον ιουδαϊσμό, και επέστρεψε – καρδιακός φιλος του Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν και εξαιρετικός φωτογράφος κι ο ίδιος. Ο ήρωας του βιβλίου του ρίχνει αλάτι στη γη του, καίει τα υπάρχοντά του και φεύγει με την οικογένεια του για αλλού, χωρίς καμία εξήγηση, μα τι τον έπιασε τώρα που δεν είναι πια σκλάβος να φερθεί έτσι; αναρωτιούνται οι λευκοί – το βιβλίο είναι πολυφωνικό, και εδώ αξίζει μια ειδική αναφορά στους μεταφραστές της μαύρης λογοτεχνίας που καταφέρνουν και αποδίδουν πολύ δύσκολα ηχοχρώματα, προφορές, αργκό, τι να πω, συγχαρητήρια!
Οι λευκοί αναρωτιούνται «μα, γιατί φεύγουν; αφού τους απελευθερώσαμε». Και η απάντηση, χαραγμένη στο μνημείο της Νάντης: «Εκεί πέρα δεν αγαπούν τη σάρκα σου, τα μάτια σου, το δέρμα στην πλάτη σου. Τα περιφρονούν, τα ξεφτιλίζουν. Δεν αγαπούν τα χέρια σας. Τα χρησιμοποιούν, τα δένουν, τα κόβουν, τα αφήνουν άδεια. Αγαπήστε τα χέρια σας οι ίδιοι!» είναι απόσπασμα από την Αγαπημένη της Τόνι Μόρισον. Εμένα όμως το αγαπημένο μου βιβλίο της είναι τα Γαλάζια Μάτια, όπου η εντεκάχρονη Πέκολα προσεύχεται να αποκτήσει γαλάζια μάτια: γιατί μόνο έτσι οι άνθρωποι δεν θα αποστρέφουν το βλέμμα στο πέρασμά της, μόνο έτσι ο κόσμος της θα αλλάξει οριστικά. Το διάβασα πολύ νέα, φοιτήτρια μάλλον, και το σκέφτομαι από τότε συχνά, το πιστεύετε; Η αλλαγή ταυτότητας εμφανίζεται σε πολλά βιβλία της μαύρης λογοτεχνίας, να θέλουν να κρύψουν το χρώμα του δέρματος τους για να γλιτώσουν…. Κάποιες φορές πιο ανοιχτόχρωμοι μαύροι περνάνε για λευκοί και τότε νιώθουν άσχημα, ακόμα κι αν δεν το επιδίωξαν, είναι μια «προδοσία»… Θυμάμαι τα όνειρα εβραίων που βλέπουν στον ύπνο τους πως απαρνιούνται την ταυτότητα τους, την εποχή ανόδου του ναζισμού, όπως αποτυπώθηκαν στο μοναδικό βιβλίο της Σαρλόττε Μπέραντ Τα Όνειρα στο Γ Ράιχ, αλλά και όνειρα μη εβραίων, που έβλεπαν εφιάλτες πως τους περνάνε για εβραίους… Φοβερά πράγματα, και όλα τα κάνει ο άνθρωπος!
«Η μεγαλύτερη περιουσία που μπορεί ποτέ του να κάνει ένας αράπης είναι να καταφέρει να το σκάσει» λέει ο Μόουζ Τάλμποτ στον Αγριότοπο του Ρόμπερτ Πεν Γουόρεν, απευθυνόμενος στον εβραίο φίλο του, που έχει πάει από τη Γερμανία στην Αμερική να πολεμήσει «Για Την Ελευθερία» στο πλευρό των βόρειων. Είναι φτωχός, έχει υποστεί αντισημιτισμό στη χώρα του, αλλά στα μάτια του μαύρου είναι προνομιούχος… Όταν εντός των μαύρων μυθιστορημάτων εντάσσονται και άλλες μορφές καταπίεσης, με συχνότερη αυτή των μαύρων γυναικών και δεύτερη αυτή των μαύρων ομοφυλόφιλων, το αποτέλεσμα γίνεται ασφυκτικό, θες να μπεις μέσα στην ιστορία να τα κάνεις όλα άνω κάτω… Όταν δεν το κάνουν οι ίδιοι οι ήρωες!! Στο βιβλίο Τα Μάτια τους Κοιτούσαν το Θεό της Ζόρα Νιλ Χέρστον, η ηρωίδα Τζέινι παλεύει για το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης της, στην εποχή που οι μαύροι δειλά δειλά συνειδητοποιούν πως δεν είναι πια σκλάβοι και μπορούν να χτίσουν τον κόσμο τους – τι είναι όμως αυτός ο κόσμος για τις μαύρες γυναίκες; Πολυδιάστατο και τραγουδιστό βιβλίο, ίσως το πιο παλιό με μαύρη ηρωίδα, ένα πραγματικό θαύμα!
Στο μεταγενέστερο αριστουργηματικό Κορετζιντόρα η συγραφέας Γέιλ Τζόουνς καταγράφει επίσης μια συγκλονιστική ιστορία για τη γυναίκα, την κακοποίηση κάθε µορφής, και τον τρόπο µε τον οποίο το παρελθόν των προγόνων στιγµατίζει τις επόµενες γενιές. Και στο ακόμα νεώτερο Πορφυρό Χρώμα της Άλις Γουόκερ, η Σίλι «είναι φτωχιά, είναι μαύρη, ίσως είναι άσχημη και δεν ξέρει να μαγειρεύει», όμως υπάρχει, και δεν θέλει να ζει σε έναν τέτοιο κόσμο… Το βιβλίο έχει σπάσει κάθε ρεκόρ, η Άλις Γουόκερ πήρε το Βραβείο Πούλιτζερ, και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ το έκανε ταινία και κέρδισε 11 υποψηφιότητες για Όσκαρ. «Τα ζώα του κόσμου υπάρχουν για τους δικούς τους λόγους. Δεν φτιάχτηκαν για τους ανθρώπους, όπως οι μαύροι άνθρωποι δεν φτιάχτηκαν για τους λευκούς ή οι γυναίκες για τους άντρες», λέει η Άλις.
Αν παρατηρήσετε πως υπάρχουν πολλές γυναίκες συγγραφείς στη μαύρη λογοτεχνία, έχετε δίκιο. Οι μαύρες συγγραφείς δεν κρύφτηκαν πίσω από το χρώμα τους, «φυλή, φύλο, τάξη» έλεγε η Άντζελα Ντέιβις. Έτσι οι μαύρες γυναίκες αγωνίστηκαν για όλα την ίδια στιγμή, φυλή, φύλο, τάξη, κι έτσι έγραψαν για όλα την ίδια στιγμή, ξεκινώντας από τη Φίλις Γουίτλει, τη μαύρη σκλάβα του 17ου αιώνα, αγαπημένη ποιήτρια της Ούρσουλας Λε Γκεν, τη Χάριετ Μπίτσερ Στόου που έγραψε το 1852 την Καλύβα και για την οποία ο Αβραάμ Λίνκολν (φέρεται να) είπε: «Ώστε αυτή είναι η μικρή κυρία που έκανε αυτόν τον μεγάλο πόλεμο», και φτάνοντας ως τη σύγχρονη μας Μπερναντίν Εβαρίστο που φτιάχνει, μεταξύ άλλων, το πρώτο, νομίζω, μυθιστόρημα αντεστραμμένης πραγματικότητας της δουλείας, το Ξανθές Ρίζες: τι θα γινόταν αν αν οι λευκοί ήταν δούλοι των μαύρων; πώς θα ένιωθαν;πώς θα άλλαζε ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι θα δικαιολογούσαν την απάνθρωπη συμπεριφορά τους;
Όταν γνωρίζεις πως οι ιστορίες βασίζονται σε αληθινά γεγονότα, μερικές φορές είναι δυσβάσταχτο. Όπως στο βιβλίο Τα Αγόρια του Νίκελ του Κόλσον Γουάιτχεντ, βασισμένο στην πραγματική ιστορία ενός αναμορφωτηρίου στη Φλόριντα, που λειτούργησε για 111 χρόνια και κατέστρεψε τη ζωή χιλιάδων παιδιών. Ακόμα όμως κι όταν η ιστορία δεν είναι πέρα για πέρα αληθινή, έχει πάντα αυτοβιογραφικά στοιχεία στους πιο παλιούς, ή στοιχεία ανασυρμένα από τα οικογενειακά σεντούκια στους πιο νέους. Η Ζακλίν Γούντσον γράφει έτσι, και στο Ένα Άλλο Μπρούκλιν και στο Κάτι Αστραφτερό νιώθεις πως γράφει εξ ονόματος πολλών γενιών, όχι της δικής της μόνο.
Λέει η Οκτάβια Μπάτλερ, συγγραφέας του Εξ Αίματος, που σήμερα διδάσκεται στα σχολεία των ΗΠΑ, ότι θυμάται να λέει στη μητέρα της, που δούλευε όλη της τη ζωή σαν υπηρέτρια: «Δεν θα κάνω ποτέ αυτό που κάνεις, είναι απαίσιο». «Κράτησα το σιωπηλό, πληγωμένο βλέμμα της για χρόνια μέσα μου μέχρι να το κατανοήσω. Δεν χρειάστηκε ν’ αφήσω το σχολείο στα δέκα μου, είχα πάντα ένα πιάτο φαΐ και μια στέγη πάνω απ’ το κεφάλι μου επειδή η μητέρα μου ήταν πρόθυμη να κάνει δουλειές του ποδαριού και να δέχεται την ταπείνωση. Άνθρωποι σαν τη μητέρα μου δεν ήταν δειλοί ή φοβισμένοι, ήταν ήρωες.»
Η θρησκεία στη μαύρη λογοτεχνία δεν παίζει πρωτεύοντα ρόλο, παρά το ότι συχνά είναι παρούσα, κάπου εκεί πίσω. Κάποιοι πάνε στην εκκλησία, κάποιες τραγουδάνε, γιαγιάδες και μαμάδες απευθύνονται στο θεό ως το κέντρο της ηθικής. Η Άλις Γουόκερ το συνοψίζει στο Πορφυρό Χρώμα, μέσω της ηρωδίας της που γράφει γράμματα στο θεό, κάπως έτσι: «Όλη μου τη ζωή δεν με ένοιαζε τι σκέφτονταν οι άλλοι για όσα έκανα. Όμως, βαθιά μέσα μου μ’ ένοιαζε για τον Θεό. Τι θα σκεφτόταν. Και τελικά ανακάλυψα ότι δεν σκέφτεται. Μου φαίνεται ότι κάθεται εκεί πάνω δοξασμένος και κουφός. Αλλά δεν είναι εύκολο να προσπαθείς να τα καταφέρεις χωρίς τον Θεό. Ακόμα κι αν ξέρεις ότι δεν είναι εκεί, η προσπάθεια να τα καταφέρεις χωρίς αυτόν είναι ζόρικη.»
«Το να είσαι νέγρος σ’ αυτήν τη χώρα και σχετικά συνειδητοποιημένος σημαίνει να είσαι συνέχεια οργισμένος» λέει ο Τζέιμς Μπάλντουιν, συγγραφέας μεταξύ άλλων των αριστουργηματικών Αν η Beale Street Μπορούσε να Μιλήσει και Κουαρτέτο του Χάρλεμ, και αλλού: «Το θύμα που είναι σε θέση να περιγράψει την κατάσταση του θύματος έχει πάψει να είναι θύμα. Έχει γίνει απειλή.». Μάλλον αυτό ισχύει για όλη τη μαύρη λογοτεχνία, γι’ αυτό και πολλά βιβλία απαγορεύτηκαν στον καιρό τους και εκδόθηκαν πολλά χρόνια αργότερα, αρχής γενομένης από την Καλύβα του Μπάρμπα – Θωμά της Χάριετ Μπήτσερ Στόου που εκδόθηκε και απαγορεύτηκε το 1852, παρόλα αυτά λέγετεαι πως η Στόου με το βιβλίο αυτό ίσως και να καθόρισε την τροπή του εμφύλιου πολέμου. Η Μάγια Αγγέλου, ο Ραλφ Έλισον, η Άλις Γουόκερ, η Τόνι Μόρισον, όλοι έχουν υπάρξει απαγορευμένοι, ενώ παράλληλα κάποιοι υπήρξαν τόσο αγνοημένοι που όταν ανακαλύφθηκαν δεν το πίστευε κανένας. Το «βραβείο» αυτό πηγαίνει μάλλον στη Ζόρα Νιλ Χέρστον αφού το βιβλίο της εκδόθηκε το 1937, ενταφιάστηκε, και κυκλοφόρησε τελικά το 1978! Ενώ ο Διαφορετικός Τυμπανιστής του Γουίλιαμ Μέλβιν Κέλι πρωτοκυκλοφόρησε το 1967 αλλά έγινε διάσημο αφού το ανακάλυψε σε ένα παλαιοβιβλιοπωλείο μια δημοσιογράφος, μόλις το 2018!
Δεν μπορεί να κλείσει το κείμενο αυτό χωρίς αναφορά στη σχέση της μαύρης λογοτεχνίας με την τζαζ μουσική. Ο Αόρατος Άνθρωπος του Ραλφ Έλισον, Τζαζ της Τόνι Μόρισον, Το Κουαρτέτο του Χάρλεμ του Μπάλντουιν, Ματωμένη Τζαζ της Μπέρνις Λ. ΜακΦάντεν, Τρομπέτα της Τζάκι Κέι είναι μερικά μόνο από τα «μουσικά» διαμάντια της μαύρης λογοτεχνίας, που μου έρχονται στο μυαλό. «Γιατί αυτή η μουσική» γράφει η Μόρισον, «η “πρόστυχη” μουσική που κατέβαινε πολύ χαμηλά, σε μέρη κάτω από το στομάχι και τη ζώνη, είχε κάποια σχέση με τους σιωπηλούς μαύρους που βάδιζαν στην Πέμπτη Λεωφόρο για να διατρανώσουν το θυμό τους για τους νεκρούς των τελευταίων εξεγέρσεων.»
Και στη δική της μουσική, μεγαλειώδη λογοτεχνία η Νίνα Σιμόν θα τα πει όλα τραγουδώντας τα οργισμένα της τραγούδια στις διαδηλώσεις και τις συναυλίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα: Just try to do your very best / Stand up, be counted with all the rest / For everybody knows about Mississippi, goddamn / (I bet you thought I was kidding, didn’t you?)
Πηγές
- Τα βιβλία που αναφέρονται στο κείμενο
- https://bookpress.gr/stiles/protaseis/15494-anakalyptontas-ti-spoudaia-mayri-logotexnia-trianta-ena-vivlia-pou-kykloforoyn-sti-xora-mas
- Podcast https://www.youtube.com/watch?v=yzDl76jazWM
- Podcast https://www.youtube.com/watch?v=1T5S6qVqYGs
Δείτε
- Το Πορφυρό Χρώμα, Στίβεν Σπίλμπεργκ, 1985
- 12 χρόνια σκλάβος, Στιβ Μακ Κουίν, 2013
- Η Παρείσφρηση, Σπάικ Λι, 2018
- Ο Μισισιπής καίγεται, Άλαν Πάρκερ, 1988
- Δεν είμαι ο νέγρος σου, Ραούλ Πεκ, 2016
- Αγαπημένη, Τζόναθαν Ντεμ, 1988
- Σέλμα, Άβα Ντιβερνέ, 2014
- Moonlight, Μπάρι Τζένκινς, 2016
- Mudbound: Δάκρυα στον Μισισιπή, Ντι Ρις, 2017
- Υπηρέτριες, Κάθριν Στόκετ, 2011
Όλες οι φωτογραφίες είναι του Gordon Parks, του πρωτοπόρου μαύρου φωτογράφου που απαθανάτισε τις ζωές των μαύρων στις ΗΠΑ τις δεκαετίες 1940 ως 1970.
Το κείμενο πήρε τον τίτλο του από στίχο της Νίνα Σιμόν: For everybody knows about Mississippi, goddamn, που το τραγούδησε πρώτη φορά το 1964, χρονιά των μεγάλων διαδηλώσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.