
(της Γεωργίας Κανελλοπούλου)
Ο Κλαρκ Γκέιμπλ πέθανε πριν την πρεμιέρα, ενώ η Μέριλιν Μονρόε αυτοκτόνησε ένα χρόνο αργότερα. Ήταν η τελευταία ταινία και για τους δυο. Στη διάρκεια των γυρισμάτων η θερμοκρασία ήταν σταθερή στους 42 βαθμούς Κελσίου κι ανέβαινε κι άλλο επειδή η Μονρόε και ο Άρθουρ Μίλερ, μεταξύ άλλων σεναριογράφος της ταινίας, ήταν στα πρόθυρα του διαζυγίου τους. Τα γυρίσματα διακόπηκαν για δύο εβδομάδες για να πάει η Μέριλιν για αποτοξίνωση, και ο καταθλιπτικός Μοντγκόμερι Kλιφτ δήλωσε πως η Μέριλιν είναι το μοναδικό άτομο που γνωρίζει και είναι πιο δυστυχισμένο από τον ίδιο. Ο σκηνοθέτης Τζον Χιούστον έπινε, χαρτόπαιζε, και οργάνωνε καμηλοδρομίες, και ένα μέρος του προϋπολογισμού δόθηκε για να πληρωθούν τα χρέη του, μην πάει φυλακή και μείνει η ταινία στη μέση. Μόλις η ταινία παίχτηκε, απέφερε μόνο 100.000 δολάρια πάνω από τον προϋπολογισμό της, κοινώς απέτυχε.
«Δεν θα μπορούσε να έχει πιο ταιριαστό τίτλο από το “Οι Αταίριαστοι”. Κανένας από μας δεν θα έπρεπε να βρίσκεται στο ίδιο δωμάτιο με τον άλλο. Ο Μίλερ, η Μέριλιν, ο Μόντι Κλιφτ. Είναι όλοι τους παλαβοί…», είπε κάποια στιγμή ο Κλαρκ Γκέιμπλ. Ο ίδιος απέτυχε να περάσει μέχρι και τα ιατρικά τεστ της ασφαλιστικής εταιρείας! Όταν επιτέλους το κατάφερε, το γιόρτασε με ένα πούρο κι ένα καλό ουίσκι.
Βρισκόμαστε στο 1961. Στον απόηχο του μακαρθισμού, μια ομάδα σχεδόν περιθωριακών καουμπόηδων και μια γυναίκα που αναζητά την αποδοχή, ίσως και την αγάπη, προσπαθούν απλώς να κρατηθούν από κάτι, να μην καταρρεύσουν. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα της ταινίας, που ο Τζον Χιούστον, ο Άρθουρ Μίλερ και οι Ηθοποιοί καταφέρνουν, ακουσίως, εκουσίως, δεν ξέρω, να την κάνουν συνταρακτική, γιατί ίσως δεν υπάρχει τίποτα πιο συνταρακτικό από το τέλος της ψευδαίσθησης πως κάτι πιο όμορφο θα ‘ρθει, τίποτα πιο συνταρακτικό από τους ανθρώπους που γνωρίζουν πως ηττήθηκαν.
Γυρισμένη σε ένα φυσικό σκηνικό που παραπέμπει στην πιο σκονισμένη μπιτ ποίηση, στην υπέροχη έρημο της Νεβάδα, η ταινία γίνεται η ίδια ένα ποίημα, μια ωδή στην ταλαιπωρία των ανθρώπων που, εύθραυστοι κι ευάλωτοι, δεν είναι σίγουροι πού κατευθύνονται, πολύ περισσότερο γιατί. Μόλις τρία χρόνια μετά, κυκλοφόρησε η Κόκκινη έρημος του Μικελάντζελο Αντονιόνι μεταφέροντας την έρημο σε μια βιομηχανική περιοχή, ενώ δυό δεκαετίες αργότερα ο Φράνσις Φορντ Κόπολα είπε να τη μεταφέρει στην ασπρόμαυρη πόλη της Τάλσα και να τελειώνει μια για πάντα με τις ψευδαισθήσεις των ανθρώπων, στην ταινία με τον ελληνικό τίτλο Ο Αταίριαστος, σαν να πήραμε έναν ήρωα από το 1962 και τον φέραμε εδώ. Και αυτός ο Αταίριαστος καταβαραθρώθηκε σε κριτικές στήλες και σε ταμεία στις ΗΠΑ, διασώθηκε στην Ευρώπη όπου μάλλον αποθεώθηκε! Είναι γνωστό από παλιά πως όσοι μιλάνε για “Δύση” σαν να ‘ναι κάτι ενιαίο και αδιαίρετο, σφάλλουν.
Δεν ξέρω αν και τι διάβαζε η βιβλιοφάγος Μέριλιν στα διαλείμματα των Αταίριαστων, πάντως ξέρω πως στον δικό του Αταίριαστο ο Κόπολα έδωσε στον Μίκι Ρουρκ να διαβάζει τον ευρωπαίο Αλμπέρ Καμύ για να κατανοήσει το ρόλο του! Από τον Καμύ ξεπατίκωσε ο Μίκι Ρουρκ το τσιγάρο στην άκρη του στόματος, κι έτσι όλα έδεσαν. “Να αυτοκτονήσω ή να πιω έναν καφέ”; φαίνεται να ρωτάνε όλοι οι ήρωες και των τριών ταινιών, ενώ ο Καμύ συνεχίζει τον συλλογισμό, σαν να τους απαντάει: “Στην τελική, χρειάζεται περισσότερο κουράγιο για να ζήσεις παρά για να πεθάνεις”.
Μέσα σ΄όλα αυτά, κάπου εκεί στην έρημο της Νεβάδα, σε κάποιο μοτέλ απ’ αυτά που βγαίνουν από τις σελίδες του Σαμ Σέπαρντ, είχε στρατοπεδεύσει το 1961 η αυστριακή φωτογράφος Ίνγκε Μόρατ, με σκοπό να φωτογραφίσει τα γυρίσματα της ταινίας. Είχε μόλις τελειώσει την εξαιρετική σειρά της “Μάσκες”, όπου απαθανάτισε το ψεύτικο χαμόγελο της Αμερικής των 50s και το μουδιασμένο χαμόγελο της Ευρώπης, χαμόγελα που προσποιούνταν πως όλα θα ξαναγίνουν όπως πριν τον πόλεμο και τον ναζισμό. Η Ίνγκε άφησε στην άκρη όλα αυτά – ή μήπως όχι; – , νοίκιασε ένα αυτοκίνητο κι έκανε το πρώτο της ταξίδι από την Νέα Υόρκη στη Νεβάδα, για την ταινία αυτή των καταραμένων, των ηττημένων. Ακολουθώντας την πιο επιδραστική διαδρομή του πλανήτη, με άδειους αυτοκινητόδρομους, παράξενα τοπία και φαντάσματα πόλεων, έφτασε σε μια από τις πιο παράξενες, γοητευτικές, ποιητικές ταινίες. «Κάθε βράδυ έγραφα σημειώσεις, στο τραπέζι ενός μοτέλ, που ήταν πάντα διαφορετικό και έμοιαζε πάντα με το προηγούμενο», είπε, και αυτό θα μπορούσε να είναι και υπότιτλος των ίδιων των Αταίριαστων. Όσο και να θέλησαν αυτοί οι αντιήρωες να αλλάξουν ό,τι τους στοίχειωνε, τελικά το αποτέλεσμα έμοιαζε πάντα με αυτό της προηγούμενης φοράς. Αν βέβαια θέλησαν, δεν το ξέρουμε.
———————————————
Πηγές
- https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%9F%CE%B9_%CE%91%CF%84%CE%B1%CE%AF%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%B9_(%CF%84%CE%B1%CE%B9%CE%BD%CE%AF%CE%B1,_1961)
- https://www.bfi.org.uk/features/film-fate-helped-make-classic-misfits
- https://www.magnumphotos.com/arts-culture/cinema/misfits-story-shoot-inge-morath-arthur-miller/
- Ευτυχισμένος θάνατος, Αλμπέρ Καμύ, μτφρ. Ν. Καρακίτσου, Εκδ. Καστανιώτη
Δείτε